dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
ο
εκφωνητής
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Sprecher
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
εκφωνητής
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Nachrichtensprecher
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
εκφωνητής
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Radiosprecher
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
εκφωνητής
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Ansager
Ⓦ
Ⓖ
…