dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
εκδρομή
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Ausflug
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
εκδρομή
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Exkursion
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)