dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
δυσκοιλιότητα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Verstopfung
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
δυσκοιλιότητα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Darmträgheit
Ⓦ
Ⓖ
…