dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
δικαστής
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Richter
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
δικαστής
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Richterin
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)