dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
διδασκαλία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Doktrin
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
διδασκαλία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Anweisung
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
διδασκαλία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Unterricht
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
διδασκαλία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Inszenierung
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
διδασκαλία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Lehre
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
διδασκαλία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Lehrtätigkeit
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
διδασκαλία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Belehrung
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)