dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ρήμα
διασαφηνίζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
klarstellen
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
διασαφηνίζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
erläutern
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
διασαφηνίζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
aufklären
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
διασαφηνίζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
klären
Ⓦ
Ⓖ
…