dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
διανοητική ανεπάρκεια
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Geistesschwäche
Ⓦ
Ⓖ
…