dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Επίθετο
διαλογιστικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
besinnlich
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
διαλογιστικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
meditativ
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
διαλογιστικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
kontemplativ
Ⓦ
Ⓖ
…