dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Ουσιαστικό
ο
δημόσιος κίνδυνος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Gefahr für die Allgemeinheit
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
δημόσιος κίνδυνος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
öffentliche Gefahr
Ⓦ
Ⓖ
…