dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
δημιουργός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Schöpfer
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
ο
δημιουργός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Entwickler
Ⓦ
Ⓖ
…
δημιουργός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Erschaffer
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
Δημιουργός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Schöpfer
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
δημιουργός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Urheber
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
δημιουργός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Verfasser
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
δημιουργός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Macher
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)