dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Επίθετο
δασόβιος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
im Wald lebend
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
δασόβιος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Wald-
Ⓦ
Ⓖ
…