dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Ουσιαστικό
το
δάμασμα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Bändigung
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
δάμασμα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Zähmung
Ⓦ
Ⓖ
…