dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
γνώση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Kenntnis
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
γνώση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Wissen
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
γνώση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Vernunft
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
γνώση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Bewußtheit
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)