dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
το
βότσαλο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Kiesel
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
το
βότσαλο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Kieselstein
Ⓦ
Ⓖ
…