dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
βροχόπτωση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Niederschlag
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
βροχόπτωση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Regenfall
Ⓦ
Ⓖ
…