dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
βρεφοκομία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Kinderpflege
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
βρεφοκομία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Säuglingspflege
Ⓦ
Ⓖ
…