dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Ουσιαστικό
ο
βιβλιοφάγος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Bücherwurm
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
βιβλιοφάγος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Leseratte
Ⓦ
Ⓖ
…