dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Ουσιαστικό
η
αυτονομία λήψης αποφάσεων
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Entscheidungsfreiheit
Ⓦ
Ⓖ
…