dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Ουσιαστικό
η
αυτοεξυπηρέτηση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Selbstbedienung
Ⓦ
Ⓖ
…