dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
ο
αυνανισμός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Selbstbefleckung
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
αυνανισμός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Masturbation
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
αυνανισμός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Selbstbefriedigung
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
αυνανισμός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Onanie
Ⓦ
Ⓖ
…