dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Ρήμα
ατυχώ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Pech haben
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
ατυχώ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Unglück haben
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
ατυχώ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
kein Glück haben
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)