dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
ατροφία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Atrophie
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
ατροφία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Nahrungsmangel
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
ατροφία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Abmagerung
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
ατροφία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Gewebsschwund
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)