dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ρήμα
αποσύρομαι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das Feld räumen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
αποσύρομαι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
abtreten
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
αποσύρομαι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
abziehen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
αποσύρομαι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
scheiden
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
αποσύρομαι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
sich empfehlen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
αποσύρομαι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
sich zurückziehen
Ⓦ
Ⓖ
…