dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
ο
ανεμοδείκτης
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Wetterhahn
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
ο
ανεμοδείκτης
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Windfahne
Ⓦ
Ⓖ
…