dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Ρήμα
ανατρέπομαι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
sich überschlagen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
ανατρέπομαι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
umschlagen
Ⓦ
Ⓖ
…