dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Ουσιαστικό
η
αλλαξοπιστία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Konversion
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
αλλαξοπιστία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Religionswechsel
Ⓦ
Ⓖ
…