dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
αιθέριο έλαιο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
ätherisches Öl
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
αιθέριο έλαιο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Essenz
Ⓦ
Ⓖ
…