dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
αδιάλυτος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
unlöslich
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
αδιάλυτος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
unaufgelöst
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
αδιάλυτος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
unauflösbar
Ⓦ
Ⓖ
…
!
αδιάλυτος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
unauflöslich
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
αδιάλυτος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
unlösbar
Ⓦ
Ⓖ
…