dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Επίρρημα
αγόγγυστα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
geduldig
Ⓦ
Ⓖ
…
Επίρρημα
αγόγγυστα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
klaglos
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίρρημα
αγόγγυστα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
ohne Murren
Ⓦ
Ⓖ
…