dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
αίθουσα διδασκαλίας
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Klassenzimmer
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
αίθουσα διδασκαλίας
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Klassenraum
Ⓦ
Ⓖ
…