dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
άσυλο αστέγων
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Obdachlosenasyl
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
άσυλο αστέγων
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Obdachlosenheim
Ⓦ
Ⓖ
…