dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
το
άσπρισμα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Bleichen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
άσπρισμα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Tünchen
Ⓦ
Ⓖ
…