dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Μεσσίας
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Erlöser
Ⓦ
Ⓖ
…
Μεσσίας
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Messias
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
ο
Μεσσίας
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Messias.
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
ο
Μεσσίας
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Erlöser.
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
μεσσίας
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Messias
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
Μεσσίας
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Retter
Ⓦ
Ⓖ
…