dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
δημόσια χρηματοδότηση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
öffentliche Finanzierung
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
χρηματοδότηση του δημοσίου
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
öffentliche Finanzierung
Ⓦ
Ⓖ
…