dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Επίθετο
ελαιώδης
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Öl-
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)