dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
το
βουτυρόπαιδο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Muttersöhnchen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
κανακάρης
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Muttersöhnchen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
μαμμόθρεφτος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Muttersöhnchen
Ⓦ
Ⓖ
…