dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
ο
ανταγωνισμός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Wettbewerb
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
ανταγωνισμός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Konkurrenz
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
ανταγωνισμός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Wettkampf
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
ανταγωνισμός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Wettstreit
Ⓦ
Ⓖ
…
!
ανταγωνισμός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Feindseligkeit
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
ανταγωνισμός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Konkurrenzkampf
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)