dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Ρήμα
φουρτουνιάζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
aufbrausen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
φουρτουνιάζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
stürmen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
φουρτουνιάζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
stürmisch werden
Ⓦ
Ⓖ
…