dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Επίθετο
λαμπρός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
aufgeweckt
Ⓦ
Ⓖ
…
Επίθετο
λαμπρός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
glänzend
Ⓦ
Ⓖ
…
Επίθετο
λαμπρός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
leuchtend
Ⓦ
Ⓖ
…
Επίθετο
λαμπρός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
prächtig
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
λαμπρός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
brillant
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
λαμπρός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
klar
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
λαμπρός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
ruhmvoll
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
λαμπρός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
wolkenlos
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)