dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
χαριστική προθεσμία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Gnadenfrist
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
αναστολή ή ματαίωση εκτέλεσης
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Gnadenfrist
Ⓦ
Ⓖ
…