dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ρήμα
πλακώνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
zusammendrücken
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
πλακώνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
ficken
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
πλακώνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
zerdrücken
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
πλακώνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
abdrücken
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
πλακώνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
herfallen
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
πλακώνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
zerquetschen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
πλακώνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
hereinbrechen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
πλακώνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
stürmen
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)