dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ρήμα
συλλογίζομαι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
überlegen
Ⓦ
Ⓖ
…
Επίθετο
ανώτερος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
überlegen
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
σκέφτομαι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
überlegen
Ⓦ
Ⓖ
…
μελετώ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
überlegen
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
σκέπτομαι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
überlegen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
υπέροχος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
überlegen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
συλλογιέμαι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
überlegen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
υπερέχων
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
überlegen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
υπέρτερος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
überlegen
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)