dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Επίθετο
διαφανής
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
durchscheinend
Ⓦ
Ⓖ
…
Επίρρημα
διαφανώς
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
durchscheinend
Ⓦ
Ⓖ
…