dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ρήμα
λειαίνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
glätten
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
λειαίνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
schleifen
Ⓦ
Ⓖ
…