dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ρήμα
ακονίζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
schärfen
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
οξύνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
schärfen
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)