dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ρήμα
κλείνω ραντεβού
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
verabreden
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
!
Ρήμα
δίνω ραντεβού
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
sich verabreden
Ⓦ
Ⓖ
…