dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ρήμα
πίνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
trinken
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
πιοτό
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Trinken
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
Ρήμα
πνίγομαι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
ertrinken
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
ο
πνιγμός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Ertrinken
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
το
πνίξιμο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Ertrinken
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
μεθώ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
sich betrinken
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
μεθοκοπώ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
sich betrinken
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
μπεκρουλιάζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
sich betrinken
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
φτιάνομαι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
sich betrinken
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
φτιάχνομαι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
sich betrinken
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
θάνατος από πνιγμό
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Tod durch Ertrinken
Ⓦ
Ⓖ
…
!
κηρύττω ύδωρ και πίνω οίνο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Wasser predigen und Wein trinken
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
οινοποσία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Weintrinken
Ⓦ
Ⓖ
…