dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Επίθετο
στρατηγικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
strategisch
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
!
στρατηγικά πυρηνικά όπλα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
strategische Kernwaffe
Ⓦ
Ⓖ
…
!
στρατηγικά αποθέματα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
strategische Lagerhaltung
Ⓦ
Ⓖ
…
!
στρατηγική άμυνα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
strategische Verteidigung
Ⓦ
Ⓖ
…