dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Επίθετο
ανέμελος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
sorgenfrei
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
!
Ουσιαστικό
η
καλοπέραση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
sorgenfreies Leben
Ⓦ
Ⓖ
…
ανέμελη ζωή
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
sorgenfreies Leben
Ⓦ
Ⓖ
…