dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ρήμα
τρυπώνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
schlüpfen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
διολισθαίνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
schlüpfen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
χώνομαι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
schlüpfen
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
Ρήμα
διολισθαίνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
entschlüpfen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
ξεφεύγω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
entschlüpfen
Ⓦ
Ⓖ
…